терпеливый - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

терпеливый - translation to πορτογαλικά


терпеливый      
paciente ; paciencioso (Bras.)
com paciência      
терпеливо
com paciência      
терпеливо

Ορισμός

терпеливый
ТЕРПЕЛ'ИВЫЙ, терпеливая, терпеливое; терпелив, терпелива, терпеливо. Обладающий терпением, способный терпеть. Терпеливый больной. Терпеливо (нареч.) переносить что-нибудь.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για терпеливый
1. - Конечно, поводырь, конечно, учитель - внимательный, терпеливый.
2. Красивый осмысленный футбол, терпеливый квалифицированный тренер.
3. Но средний россиянин - человек терпимый и терпеливый.
4. Веселый, терпеливый, непробиваемый, добрый, хороший 4.
5. Мог ли терпеливый житель республики мириться дальше?